ἀπεστερημένων

ἀπεστερημένων
ἀποστερέω
rob
perf part mp fem gen pl
ἀποστερέω
rob
perf part mp masc/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • παραδιατριβή — ή, Α ανώφελη συζήτηση ή μάταιη ασχολία («παραδιατριβαί διεφθαρμένων ἀνθρώπων τὸν νοῡν καὶ ἀπεστερημένων τῆς ἀληθείας», ΚΔ). [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * διατριβή (< διατρίβω)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”